Με τον Gonjasufi στο προσκήνιο φαίνεται πως τα πράγματα πήραν το δρόμο τους για τα καλά: η σύγχρονη μουσική αποδεικνύει πως έχει τα μέσα να παρέμβει διορθωτικά στο ίδιο της το παρελθόν, μεταστρέφοντας τα νοήματα για δικό της λογαρισμό. Αυτό που ξεκίνησε με τα πρώτα sampler στη δεκαετία του '80 ως οικειοποίηση μερικών δευτερολέπτων, μοιάζει να ολοκληρώνεται σήμερα στο έργο των Madlib, The Caretaker, Focus Group, Panda Bear κ.α, όπου εκτεταμένα αποσπάσματα της πρόσφατης συλλογικής μνήμης παρουσιάζονται διορθωμένα ελαφρά και σε βάθος. Τι αφορούν αυτές οι «διορθώσεις»; Όταν είχε πρωτοβγεί το rap και η turntable culture πριν 30 χρόνια, συνάντησαν την αντίδραση για την υποτιθέμενη έλλειψη μουσικότητας που είχε η απαγγελία του mc (οι κριτικοί, προφανώς, ταυτίζουν την μουσικότητα με τη δυτική μουσικότητα). Ο David Toop υπερασπιζόταν την κουλτούρα του breakbeat ακριβώς επειδή φαινόταν να απομακρύνεται από τις δυτικές νόρμες για την αρμονία: τα στρώματα των sample δημιουργούσαν ασυνήθιστους ήχους και υφές τόσο σύνθετες, που καταντούν απρόσιτες στον αναλυτικό νου. Ακριβώς αυτό το ξεκούρδιστο, έξαλλο, deformé πράγμα είναι που έκανε πάντα το hiphop στις καλύτερες στιγμές του (KRS1 και EPMD, Company Flow και JDilla). To out-of-tune και out-of-sync εδραιώθηκε και απέκτησε συνείδηση του εαυτού του τα τελευταία χρόνια, μέσα κι έξω από τους πυρήνες του hiphop.
Όλη αυτή η διαδικασία έχει ένα ιστορικό προηγούμενο στην παραμόρφωση της jazz, και την παραμόρφωση εν γένει. Ένα από τα πιο πολυσυζητημένα άρθρα του 2009 μιλούσε για την τεχνική του 'wonkyfication' (που συναντάται σε αυτοσχεδιαστές του MPC όπως οι Nosaj Thing και Dorian Concept), αντιμετωπίζοντάς το ως το μουσικό αντίστοιχο του εικαστικού εξπρεσσιονισμού. Μια τέτοια αναγωγή δίνει σίγουρα μια ενδιαφέρουσα οπτική γωνία, αλλά δεν μπορεί να εξαντλήσει το θέμα. Προσωπικά, προτιμώ την εκδοχή της Hyperdub: ο Kode9 κάνει λόγο για φαινόμενα υγροποίησης (liquification), όπου το μουσικό απόθεμα των προηγούμενων δεκαετιών, οικειοποιημένο στο σύνολό του από την dj κουλτούρα, ξεπέρασε το σημείο τήξης και οι φόρμες άρχισαν να λιώνουν κυριολεκτικά.
Έφτιαξα ένα σιωπηλό γλυπτό με υπέρυθρες ακτίνες και κατόπιν γέμισα ένα μεγάλο πιάνο με γεωμετρικές φιγούρες, γλυκά, ξερά φύλλα οξιάς, ματζουράνα, μια καρτ ποστάλ του καθεδρικού του Άαχεν και απορρυπαντικό σε σκόνη. Δεν το γέμισα τελείως, μπορούσε να παίξει κανείς, αν και ο τόνος του ήχου ήταν αλλοιωμένος. Δεν κατέστρεψα εγώ το πιάνο αλλά οι προηγούμενοι ιδιοκτήτες του... Η πρόθεση: να εξομαλύνω το χάος, να θεραπεύσω ό,τι είναι άμορφο προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνση, έτσι ώστε οι άκαμπτες και παγωμένες μορφές του παρελθόντος και οι κοινωνικοί συμβιβσμοί να θερμανθούν και να λιώσουν, ώστε να γίνει εφικτή η μελλοντική μορφή.
To παραπάνω απόσπασμα ανήκει στον Joseph Beuys κι έχει χτυπητές αναλογίες με τη ρευστή κατάσταση της μουσικής του σήμερα: η dj culture της δεκαετίας του '90 ανακάτεψε για πρώτη φορά όλες τις μουσικές κατηγορίες στο ίδιο set (βλέπε Coldcut, Q-Bert, Mixmaster Mike), αναπτύχθηκαν, έτσι, τριβές που ανέβασαν τη θερμοκρασία, και τελικά οι φόρμες άρχισαν να λιώνουν η μια μέσα στην άλλη. Αυτή είναι η λογική κατάληξη τόσων δεκαετιών remix culture, η οποία βρήκε την ολοκλήρωσή της στο διαδύκτιο. Μετά από δέκα χρόνια έρευνας και αρχειοθέτησης της μουσικής παραγωγής, ελεύθερης ανταλλαγής υλικού και συσσωρευμένου διαλόγου στο web2.0, όλη η μουσική ιστορία πέρασε από τα χέρια των δισκογραφικών στα χέρια των ακροατών, οι οποίοι διασταυρώνουν, εμπεδώνουν και παρεμβαίνουν διορθωτικά στο υλικό (μέσω Abbleton), το απαλλάσσουν από την εταιρική κουλτούρα και το αναδιανέμουν ελεύθερα. Έχει δημιουργηθεί ένας τεράστιος χώρος επικοινωνίας, όπου μουσικοί και μουσικόφιλοι αλληλο-διασταυρώνουν τις εμπειρίες τους με τέτοια ένταση, πυκνότητα και ταχύτητα, ώστε αναδύεται μια νέα συμβατότητα ανάμεσα στις μέχρι τώρα μουσικές «κατηγορίες», ένας κοινός κώδικας. Μπορεί η γραμματική ή το συντακτικό να διαφέρουν, αλλά η γλώσσα είναι η ίδια. Εκεί που η πνευματική παραγωγή δεν έχει ιδιοκτήτη, όλα ανήκουν σε όλα.
Η διορθωτικές κινήσεις πάνω στη μουσική του παρελθόντος με σοκάρουν όλο και περισσότερο. Ο Gonjasufi είναι μια τέτοια περίπτωση μουσικού, που μετατοπίζει δραστικά την κουλτούρα του παρελθόντος προς μια νέα κατεύθυνση: αυτό που στα χρόνια του '60 ήταν επιφανειακό new age γίνεται συνειδητή μελέτη του μυστικισμού. Αυτό που κάποτε ήταν παθητική, φαρμακευτική ψυχεδέλεια, γίνεται ενεργή ψυχοσωματική άσκηση. Όλη αυτή η διαδικασία ανάκτησης της ψυχεδέλειας λειτουργεί και αντίστροφα: απαλάσσει την ιστορική εμπειρία του μυστικισμού από το θρησκευτικό δόγμα (ως γνωστό ο μονοθεϊσμός απαγόρευσε, διαστρέβλωσε και χρησιμοποίησε τη «ψυχεδέλεια» για δικούς του σκοπούς), και την επαναπροτείνει στο πλαίσιο της έμπρακτης πολιτικής κριτικής στην κουλτούρα, που άνθισε τα τελευταία 50 χρόνια: δίπλα στην τεχνική του cut-up στον William Burroughs, τις τεχνικές της μεταστροφής και της ψυχωγεωγραφικής περιπλάνησης στον Guy Debord, τη δημιουργική ανάκτηση του παρελθόντος μέσα από τις τεχνικές bricollage του Joseph Beuys.
Η μουσική κουλτούρα μοιάζει να οικειοποιείται αυτό το σύγχρονο δυναμικό όσο καμία άλλη μορφή τέχνης στις μέρες μας. Όλα αυτά είναι, βέβαια, αμφίβολα πράγματα... πάντως όλα ξεκινάνε από το γεγονός πως η μουσική που ακούω με βάζει σε σκέψεις -αρχικά ο Burial και τώρα δεύτερο κρούσμα ο Gonjasufi- και όχι από την αυταπάτη/φιλοδοξία ότι μπορώ, στα καλά καθούμενα, να «ερμηνεύσω» την μουσική. Παρόμοιες σκέψεις υπάρχουν εδώ και χρόνια σε αρκετά ξένα blog, ιδίως σε αυτό του K-Punk και στο παλιό αρχείο της Hyperdub.