Wednesday 28 April 2010

IT'S MAX B.




I love Max B. He’s one of the best rappers I’ve heard. I believe him. He’s got real style and it’s rare. Mostly now it doesn’t happen. Its kids like Chris Brown dancing and singing. If they didn’t work with a certain producer those kids would be on stage in leotards with their folks clapping, you know? Someone like Max B is totally different. He’s an artist making something valid. I love the way he works. He doesn’t give a fuck about promoting a big single or whatever. Every tune is a big single. It’s alive and every day it’s changing, being added to. I love that. It’s like pirate radio. I’ll never stop listening to pirate radio. Headphones and a fat spliff. It’s Max B all day, really.  

Η φλέβα που έχει χτυπήσει ο Zomby, εδώ και καιρό, προς το απόλυτο κέντρο της σύγχρονης κουλτούρας (που βγαίνει πιο άγρια ερεθισμένη, διυλισμένη μέσω δικτύου), κρύβει μέσα της πολλά πράγματα, φαινομενικά πεζά: ένα βάρβαρο πάθος με την μόδα, μπόλικο skunk και, κυρίως, τον Max B. 
Πέφτοντας πάνω στο τεράστιο on-line αρχείο του Max Bigavelli (ισοβίτη ράπερ και παραγωγού-θαύμα από το Harlem), χάνεσαι σε έναν σκληρό κόσμο από ρυθμούς που σκιπάρουν, παραπατούν και τεντώνονται μεγαλοπρεπώς στη μέση του δρόμου. Κάπου εκεί, ανάμεσα στα ολογραφικά synthesizer και τις χρωματικές παραισθήσεις στο φόντο, λανθάνει και η νοσηρή ευαισθησία του Zomby με την σύγχρονη μυθολογία του δρόμου. Η φάση είναι τόσο ωραία μεταβολισμένη, που κάνει την κηδεία σου να μοιάζει με γιορτή.


Tuesday 27 April 2010

Δ





To νέο LP του Darren Cunningham (aka Actress) θα μπορούσε να είναι το ηχητικό παράδοξο της παραπάνω διατύπωσης από τον Manuel Sepulveda (optigram σχεδιαστή στην υπηρεσία της Hyperdub). Καμουφλαρισμένο πίσω από μια απρόσωπη αλγοριθμική δομή, σαν παιδί που μελετά τις πρώτες γλώσσες προγραμματισμού (Pascal, Unix, Fortran) για να δει τις ρίζες του, από τα πρώτα videogame ως την συλλογική παραίσθηση του δικτύου. Δεν ξέρω αν είναι η πρώτη πραγματικά βρετανική εκδοχή της techno(;) στην ιστορία, όπως έγραψε το FACT, αλλά είναι σίγουρα από τις πιο ειλικρινείς ηλεκτρονικές κυκλοφορίες του παρόντος, εξαπατημένη και άτεχνη σε βαθμό απελπισίας (όπως η ίδια η καθημερινότητα). 


Saturday 24 April 2010

UK HARDCORE RAP 1988-1992




War Zone L Square under siege. Another public screw the system achieved. Miss T how ya feel rocked another ignored appeal. Pain 'n' parasitical, parliament, pestilence. Damage tolls via musical influence. Empires had it, system panics, source of static MPs are manic! Crawlin' for every penny, i predict, shockwave surge, hell - parliament pit. Leicester square under siege bilieve, refuse to roll wid da reject regime. 
(SILVER BULLET, 1991)

Το φαινόμενο του hardcore/breakbeat έχει περιγραφεί ως η άναρχη σύγκλιση της hip-hop, reggae, acid-house και techno κουλτούρας, μια συμπλοκή των διαφορετικών μουσικών δυνάμεων που συνέτρεχαν στους δρόμους των βρετανικών πόλεων γύρω στα 1990. Αυτή η δημιουργική σύμπτωση των ηχητικών ροών που έφταναν στην Βρετανία μέσω Ατλαντικού (από την Τζαμάικα και τις ΗΠΑ) μετέτρεψε την μέχρι τότε χορευτική κουλτούρα σε σκληροπυρηνικό αστικό φαινόμενο. Η κίνηση που ξέσπασε προς την ανακατάληψη της υπαίθρου (open-air raves), του δρόμου (κινητά soundsystem) και της βιομηχανικής μνήμης (warehouse parties) κατεστάλη επί τόπου από τη βρετανική κυβέρνηση, μέχρι να αφομοιωθεί σταδιακά από την παγκόσμια βιομηχανία του clubbing.
Εκτός από το να θέτει σε κίνηση το σώμα και τις αισθήσεις, η breakbeat/hardcore κουλτούρα εκφράστηκε και λεκτικά, όπως στο παραπάνω απόσπασμα των Silver Bullet (στην φωτογραφία). Κάθε φορά που κινδύνευε να αφομοιωθεί, ο αρχικός πυρήνας μεταλλασσόταν μέσα στις δεκαετίες, προκαλώντας την όλη συζήτηση γύρω από τον (ασυνεχή αλλά διακριτό) άξονα του hardcore continuum: hardcore > jungle > uk garage > grime > dubstep > uk funky. Κοινός συντελεστής όλων των παραπάνω η φιγούρα του mc. Μια δυνατή επιλογή uk hardcore φωνητικών από τον Luke Vibert για λογαριασμό της Planet Mu αποκαλύπτει την πηγή των πραγμάτων. Έπεται συνέχεια.

Wednesday 21 April 2010

DEEP MEDITATION II




For me, ‘Return II Space’ was a track I wrote when I was literally trying to do that, trying to return to space. Not space in the sense of I want to go up with the moon and the stars, because I’m always with the moon and the stars – but in the sense of how when you feel out-of-body, you don’t feel yourself for some strange reason and you can’t pinpoint what it is, you want to escape from that. So when I wrote that track I was just trying to find myself again with my sound, I think, to find the space that I operate in.   (MALA @FACT)

Ο Mala αντιπροσωπεύει τόσα πολλά πράγματα για το σήμερα και τη γενιά του Nintendo, που πραγματικά απορεί κανείς (ακόμη και ο ίδιος!) όταν τον ψάχνουν και τον τιμούν ειδικές μονάδες όπως ο Hank Shocklee (παραγωγός των Public Enemy), ο Keith Ruddock (γιός του King Tubby) ή οι François Kevorkian (all-time dance παραγωγός) και Theo Parrish. Σ' ένα πρόσφατο event του RBMA ο Mala και οι DMZ αναγνωρίστηκαν δίπλα στα κλασικά team των Soul II Soul, Metalheadz και Trojan ως η πιο επιδραστική σημερινή μεταφορά της κουλτούρας των soundsystem. Όπως φαίνεται και στις (πολύ σεμνές και ειλικρινείς) συνεντεύξεις που δίνει ο Mala αυτόν τον καιρό, τίποτα από όλα αυτά δεν ήταν αναμενόμενο για τον ίδιο, κι όμως, τα γεγονότα μιλούν από μόνα τους... (Τους επόμενους μήνες βροχή κυκλοφοριών σε DMZ και Deep Medi, με νέα LP από Digital Mystikz και Silkie).


Friday 16 April 2010

IT DOESN'T SOUND LIKE GARAGE




Ακούω εδώ και μια βδομάδα αυτή τη συλλογή με τα πρώτα grime instrumental του Wiley και δεν μπορώ να βγάλω μιλιά. Σε αντίθεση με μένα, δεκάδες βρετανοί mc εμπνεύστηκαν μέσα στη δεκαετία που πέρασε από αυτά τα κομμάτια-εργαλεία μιας post-hiphop ghetto κουλτούρας που ξεπήδησε ταυτόχρονα από πολλές περιοχές του πλανήτη στο γύρισμα του αιώνα. Μέσα από την αποτυχία των εθνικών οικιστικών προγραμμάτων να ελέγξουν τη δυναμική της πόλης με όρους οραγανωμένης απομόνωσης (βλέπε tower blocks), η μουσική ξαναβρίσκει τον εαυτό της πάνω στο επίπεδο του δρόμου -κι ο δρόμος ξαναβρίσκει το νόημά του μέσα στη μουσική. 


Sunday 11 April 2010

JUMP!




Rhythms have been run, Soca systems have been sounded (not to mention air-horns), ceiling's have been brought down, and now it's time for the man called Poirier to rewind and come again... A twelve month period has seen the release of three EP's, all showcasing very different (yet at the same time very coherent) sides of Poirier's production... from digi-dancehall bangers, to hyper Soca rhythms, and techno/Caribbean hybrids.  (PARISDJS)

Populist hardcore μουσική που έρχεται  για να μείνει μετά από την εξαφάνιση των ειδών (των μουσικών genre), από τον βετεράνο των πολεμικών ηχητικών τεχνών, Ghislain Poirier. Μολυσμένα synthesizer, κρουστά που πέφτουν βροχή (στα 160 bpm) και επικίνδυνες εκφράσεις του ρυθμού της Καραϊβικής (soca, bashment), ένα βήμα πριν την τελική λύση. Αυτό που πανηγυρίζεται εδώ χωρίς αναστολές δεν είναι το χορευτικό μένος ως εκτόνωση (βλέπε rave), αλλά η κινητοποίηση των σωμάτων ανά πάσα στιγμή (εντός κι εκτός dancefloor), ο ερεθισμός των νευρικών αντανακλαστικών μέσα από τον ίδιο τον ρυθμό της καθημερινότητας, μέσα στις έκτακτες ανάγκες της πόλης.  
Μια τέτοια μουσική μαθαίνει τον αποδέκτη να αντιδρά άμεσα και σωματικά στην προκλητική ρευστότητα της πόλης. (Η πόλη που σε πιάνει καθημερινά απροετοίμαστο. Μια θάλασσα συγκυριών που πηγαίνουν ανεκμετάλλευτες, μάταιες συμπτώσεις και χρόνος που δεν οδηγεί πουθενά). Πολλοί από τους ρυθμούς είναι επιταχυμένα εμβατήρια ή σχετίζονται κατά κάποιον τρόπο με την κατάσταση του βάδην, ενώ συχνά τα φωνητικά παίζουν σε σχήματα καλέσματος-απόκρισης, δημιουργώντας ένα κλίμα που δεν σηκώνει αναβολές. Σε όσους αρέσει ο ήχος-εγερτήριο του Kevin Martin (The Bug) αυτή είναι μια ακόμη επιθετική κυκλοφορία της Ninja Tune σε διπλό cd (με άψογη φωτογραφία στο εξώφυλλο).

Friday 9 April 2010

IN PURSUIT OF THE GROOVE




Brooklyn-based beatmaker Pursuit Grooves has a penchant for stretching her studio equipment further than recommended. She takes her inspiration in equal parts from hip hop and broken beats, as well as soul and left field pop music.  (RBMA)

Η Vanesse Smith (aka
Pursuit Grooves) κυκλοφορεί αυτό τον μήνα τον τέταρτο(!) δίσκο της μεγάλης διάρκειας. Παρότι η έδρα της βρίσκεται στο Brooklyn, το Foxtrot Mannerisms βγαίνει από ένα σπουδαίο βρετανικό label, την Tectonic rec. από το Bristol. Αυτό που με εκπλήσσει περισσότερο, καταρχήν, είναι ο τρόπος που μεταχειρίζεται τη φωνή της. Τραγουδά και ραπάρει πολύ διακριτικά, χωρίς να καπελώνει την ίδια την μουσική, η οποία φαίνεται να είναι και το βασικό της μέλημα. Κάτι που ακούγεται ξεκάθαρα και στην προηγούμενη δουλειά της, το εξαιρετικό Sustainable Movements For A New Age LP, αποκλειστικά instrumental, κι όμως... πλημμυρισμένο από ανθρώπινες χειρονομίες κι αισθήματα μέχρι εκεί που δεν πάει. Περισσότερο μια αποκαθαρμένη, σύγχρονη εκδοχή των rhythm'n'blues, πολύ κοντά στο ωμό, αλήτικο πνεύμα του νεοϋορκέζικου φανκ, όπως ακούστηκε στα πρώτα album των Luscious Jackson και της Me' Shell, ο ήχος της Vanesse κρατάει έναν δικό του, προσωπικό τόνο μελαγχολίας που βράζει, μέσα στην καθημερινότητα μιας πόλης που σου προκαλεί σχεδόν σωματικό πόνο. Από εδώ πιάστηκε, φαντάζομαι, και ο Dj Pinch και την έμπασε στην οικογένεια της Tectonic. Ρευστά μπάσα και σκληρό technocrunk, ήχοι που δε θυμίζουν τίποτα από όλα όσα απασχολούν τον μουσικό Τύπο αυτή τη στιγμή, χωρίς να καταντούν εικονοκλαστικοί. Αυτό είναι ανακούφιση.


Wednesday 7 April 2010

BALTHUS 1933




Time and the bell have buried the day,
The black cloud carries the sun away.

SLAM DANCE




House and Bass. Τα παιδιά των κακών προαστίων παίζουν με τον λάθος ρυθμό. Ο αυστηρός, εργοστασιακός ρυθμός του Σικάγο και της Νέας Υόρκης προσγειώνεται ανώμαλα στα βρετανικά προάστια, επιστρέφει στα βασικά και χάνει στροφές. Μετά έρχεται κάποιος και βαράει δυο κόκαλα και μια σφυρίχτρα. Γυμνά dub, τριτοκοσμικές μίξεις, χωρίς μπότα και χωρίς clap. Οι Θλιμμένοι Τροπικοί ακούνε ξανά το κλασικό hardcore της παλιάς σχολής, και κανείς δεν ξέρει πια που βρίσκεται, ποιά μέρα είναι και ποιά χρονιά. Αυτή η μουσική δεν είναι σίγουρα ούτε μαύρη ούτε λευκή, ούτε παλιά ή καινούρια. Είναι εδώ και τώρα, ένα απρόσωπο beat νιοστής γενιάς, το απροσάρμοστο βήμα των μεταναστών, το τελευταίο βαγόνι του σιδηρόδρομου. 

Ο Roska αράζει στην πίσω αυλή και αφουγκράζεται την ιστορία του μεγάλου ρυθμού από την ανάποδη. Από τους DMZ ως την Metalheadz, και από την UR ως την Motown, εκείνο που παραμένει πιο μοντέρνο είναι την ίδια στιγμή το πιο αρχαϊκό (ένα μηχανικό τομ-τομ ξεκινά μες στο μυαλό μου).  Ο Roska ανακαλύπτει νέες ισορροπίες στον ρυθμό, παίζοντας φράσεις στα κρουστά που μπορούν να σε τρελάνουν. Ο δίσκος του, φτιαγμένος αποκλειστικά στο Fruity Loops και ψημένος εδώ και μήνες σε αμέτρητα dubplate tests στις πίστες του κόσμου, κυκλοφορεί από τον Rinse. Είναι τόσο ώριμος, ώστε θα μπορούσε άνετα να έχει βγει από τους κόλπους της Soul Jazz rec. και να γίνει σεβαστός από ένα πολύ μεγαλύτερο κοινό.   

    

Thursday 1 April 2010

RAGGA




In the wake of the 'Sleng Teng' and the digital innovations spearheaded by King Jammy, a second wave of producers and deejays emerged on the scene during the late 80's/early 90's. Some were veterans whose careers had begun in the late 70's, others were fresh talents whose emergence coincided with the rise of the synthesiser and drum machine. [...] Jamaica's ragga sound of this period was an example of 'scenius' at its best. Uncontrived and functional music aimed at and driven by intimate interaction between artists and their audience and propelled by commercial successes - resulting in extremes of both experimentation and derivation as scene logic worked its magic.