Thursday 26 March 2009

ΓΙΟΧΑΝ ΣΕΜΠΑΣΤΙΑΝ ΜΠΛΙΑΧ


LAI-BACH-KUNST-DER-FUGE. Είναι γεγονός, οι Laibach παίζουν Bach, καταχρηστικά και βασανιστικά. Η συναυλία συνοδεύτηκε από περφόρμανς, όπου οι Σλοβένοι ακτιβιστές παίζουνε, στο ενδιάμεσο, μια παρτίδα σκάκι. Τα moog αναδεικνύουνε μια τερατώδη πτυχή του "αιώνιου" συνθέτη, καθώς η τέχνη της φούγκας είναι η πρώτη μορφή αυτοματισμού που έφτιαξε ο άνθρωπος. Η εμπέδωση του Bach στις διαστάσεις μιας μηχανής μου θύμισε αυτό που έλεγε παλιά ένας φίλος μου, "δεν ακούω Bach, γιατι είναι σαν να παύεις το μυαλό σου αφήνωντας τη μουσική να σκέφτεται αντί για σένα". 
Πολύ καλύτερο από τα προηγούμενα lp's με τα φριχτά φωνητικά.
(Η εικόνα από το καταπληκτικό site "Heimdallr").

Wednesday 25 March 2009

NU DARK SWING


2562 - Aerial (2008) "Huismans has shocked the now merged techno and dubstep fraternities with a brilliantly consistent stream of bare bones riddims encompassing brittle 2-step, lurching techno and bass driven dub with a fractured brokenbeat aesthetic that sounds quite unlike anything else being produced today. This album follows in the massively revered tradition of dub experimentation and rhythm science laid down in the lineage stretching from Lee Perry through King Tubby, Scientist, Steve Gurley, Dillinja, Photek, Rhythm & Sound, Kode 9 and Burial". (Boomkat).

Ακόμη μια κυκλοφορία της Tectonic του Pinch, από τον Ολλανδό Dave Huismans. Τα tech-dub-step υβρίδια που μονοπωλούν τις λίστες του Boomkat και του Hardwax (δυο online δισκοπωλείων που διαμορφώνουν την πίστη γύρω από τις νέες κυκλοφορίες 12"), προκαλούν μάλλον αποτροπιασμό στους οπαδούς του pure minimal techno. Εμένα το minimal μου προκαλεί και κούραση και νύστα. Αντίθετα το dubstep δείχνει μια ετοιμότητα για πάσης φύσεως προσμείξεις, μια αλητεία που δε κωλώνει πουθενά. Άλλωστε το 2-step ήταν το πρώτο υπο-είδος της house που αφαίρεσε τα δυο από τα τέσσερα βαριά χτυπήματα (kick drum) του 4/4 κανάββου για να δημιουργήσει αυτόν τον σφιγμό που κοντοστέκεται, αυτό το αντιχορευτικό σχήμα που χωράει τα πάντα, και που αποφασιστικά διπλασίασε τη διάρκεια των loops από τετράμετρο σε 8-μετρο ή 16-μετρο, παράγοντας ένα super-fast/super-slow ρυθμικό εφφέ. Η αίσθηση του κυκλικού σχήματος στις techno κυκλοφορίες είναι ανυπόφορη πλέον καθώς το εύρος της χρονικής αντίληψης έχει ανοίξει στα dubstep 12" κάνοντας την σφαλιάρα της four-to-the-floor μπότας να μοιάζει με αυτισμό. Από την άλλη τα high hats εξακολουθούν να πάλλονται στην διπλάσια ταχύτητα παράγοντας 4/4 ανοδική πίεση σε αρκετές dubstep κυκλοφορίες. 'Ολο αυτό το μαγείρεμα έχει επιδράσει σαφώς στο techno bass υβρίδιο του 2008, με παραγωγούς σαν τους Shed και Τ++ να κάνουν επίτηδες λάθη στους συγχρονισμούς και να πετούν τη μια λούπα πάνω στην άλλη σε offbeat χρόνους, κάτι σαν το phasing του Steve Reich.
Στον προβληματισμό αυτό κινείται και ο 2562, που πρόσφατα μετακόμισε στο Βερολίνο, έδρα των Rhythm&Sound, που φένεται να επιρεάζει καθοριστικά τον ήχο του. Το βραδυφλεγές και αχόρταγο dancehall έχει ξεκάνει την ψυχρή μηχανική κομψότητα της techno για τα καλά. Το dub, ως η κατεξοχήν αστική άφρο υποκουλτούρα της Βρεττανίας (ότι έιναι το hip-hop για την Αμερική) είναι αυτό που έδωσε τη διάσταση του δρόμου στον ηλεκτρονικό ήχο, κι έκανε τα synths να ακούγονται σαν μια τεχνολογικά δυναμωμένη συσπείρωση μαύρης συνείδησης. Περισσότερο hot παρά cool, το ρυθμικό ρίσκο που πήρε το dubstep παράγει έναν ανοίκειο χορό, ανοιχτό στις πιθανότητες και επικίνδυνο για τη σπονδυλική στήλη. Η κάψα του τεχνολογικού περιθωρίου, η bleep αρχαιολογία της Basic Channel, συσωμματώνεται με το βρεττανικό 2-step και τεντώνει τους μυώνες της σε ευρύχωρες αναπτύξεις, με παράλληλα γεμίσματα-κουτουπώματα από φυσικά κρουστά, και με τα snares να λικνύζονται τόσο τρυφερά όσο δεν έφτασαν ποτέ επι acid-jazz και breakbeat ημερών. Σταματάω.

CYRUS (RANDOM TRIO) - FROM THE SHADOWS (2007)



"Throughout these 12 cuts, Cyrus performs a balancing act between coddling the minimal and unleashing the extreme, yet still holds it all together impeccably. He shows an understanding of the space between the beats and how to utilize them to create a sense of drama, sometimes with light strokes of ghostly synth and others with near silence. From The Shadows is an entrancing noir of aural bleakness with just the right amount of dramatic tension". (Gary Suarez, Brainwashed).

Ο κλασικός ήχος της Tectonic. Με ένα υπόγειο μπάσσο που σε γονατίζει, το άλμπουμ αυτό θυμίζει εμβατήριο σε αργή κίνηση, οι κλισέ, τελετουργικές κινήσεις του παλιού καλού dubstep παιγμένες με δέος, όπως στραβοκοπιούνται οι γριές. Οι ρυθμικοί τρόποι που παγιώθηκαν στις χορευτικές πίστες των τελευταίων χρόνων, πιάνονται ξανά από την αρχή, ο Cyrus διατρέχει τις αναλογίες τους σα να πρόκειται για ζήτημα ζωής και θανάτου. Δυο χτυπήματα και μια ανάσα, ένα ρυθμικό φυλαχτό, 12 παραλλαγές στο ίδιο κεντρικό μοτίβο, τόσο αργόσυρτες που κάθε οχτάμετρο προκαλεί ανακούφιση. Κάθε χτύπημα τερματίζει τον μετεωρισμό, το τέμπο είναι τόσο αργό που προκαλεί αστάθεια, δεν έχει μείνει πέτρα στη πέτρα, το διάστημα μεταξύ των κρότων είναι τόσο άδειο που σου προκαλεί νευρικότητα, και τελικά παροξυσμό όταν σκάσουν τα snares. Συγκρατημένη οργή και η ουσία των φυλετικών ρυθμών της Jamaica δωσμένη μέσα από τις ελάχιστες χειρονομίες των τυμπάνων. Το "Indian Stomper" ακούγεται κάπου στο φιλμ "The Children of Men" (2006), και ρασταφάρι εμφανίζονται σποραδικά, μέσα από pitch-shifter και στροβοσκοπικά εφφέ. Δεν είσαι παρά ένα μάτσο μνήμες ROM!

FUNKY DUBBY OFFBEAT TECHNO




"Named after The Hague zip-code where Huismans lives and works, the 2562 project is characterized by a post-garage skippiness, with rolling bass and hyper-edited snares learned from broken beat, a sense of space and echo learned from dub, and a devastating 4x4 anchorage and attention to detail from techno old and new. The result is more than the sum of its parts, an incredibly fulsome yet lean, natural-sounding, dancefloor-wrecking hybrid."

Αυτή είναι η περιγραφή που δίνει ο Kiran Sande στο FACT για τον Dave Huismans (2562/A Made Up Sound). Καθώς το dubstep περνάει σε φάση αναδίπλωσης και ενδοσκόπησης, η φόρμα μεγάλης διάρκειας έρχεται να συνοψίσει προσωρινά όλον αυτόν τον καταπληκτικό πειραματισμό που λαμβάνει χώρα ανατολικά της Εδέμ την τελευταία δεκαετία: 2-step garage, grime, dubstep, funky house, διαδοχικά στάδια μιας ολοζώντανης σκηνής που δείχνει να σέβεται τις hardcore ρίζες της και την ίδια στιγμή να δίνει τόσο αντισυμβατικό σχήμα και χρώμα στη χορευτική μουσική. Η διαρκής ένταση μεταξύ σαρωτικού μπάσου, ασταθούς ρυθμού, ανοιχτών δομών που οδηγούνται από άνάγωγα synths, πειραγμένων soul φωνητικών και αυθόρμητης έμπνευσης από τους mc's είναι ένα αναβράζον περιβάλλον που δεν πρόκειται να απογοητεύσει για πολύ καιρό ακόμα. Το Shortcuts είναι ένα concept album που κυκλοφόρησε τον Δεκέμβριο του 2008, με 20 σύντομα αποσπάσματα που ηχογραφήθηκαν αυθόρμητα 20 συνεχόμενες νύχτες στο σπίτι του παραγωγού χωρίς παραπάνω επεμβάσεις. Η αμεσότητα της διαδικασίας αποτυπώνει την διαφορετική ατμόσφαιρα κάθε ημέρας μοναδικά, χωρίς συνέχεια και "λογική" ροή, καθώς το κάθε κομμάτι έρχεται από το πουθενά και χάνεται μέσα στη νύχτα χωρίς να αφήνει σημάδια. Ο απόηχος του Detroit είναι παρόν στα λεπτεπίλεπτα κρουστά και τα ηλεκτρισμένα pads, στις υψηλής ευκρίνειας  ατμόσφαιρες που αιωρούνται στον ορίζοντα, στην απροσδιόριστη μείξη ανθρώπινης ζεστασιάς και ενός sinister, χαοτικού στοιχείου που παραμονεύει. Οι συγκοπές των ρυθμών έχουν μια αυτοπεποίθηση καθώς η άστεγη ελευθεριακή κουλτούρα των δρόμων αναδιπλώνεται σε νέους σχηματισμούς, καθε φορά πιο αποτελεσματικούς. Who am I? -I am a freak now . 

Monday 9 March 2009

CARL CRAIG & MORITZ VON OSWALD - RECOMPOSED VOL.3


Όταν ήρθε η ώρα για τους Moritz von Oswald & Carl Craig να συνεργαστούν για να φτιάξουν ένα album από κοινού επέλεξαν ένα ασυνήθιστο πλαίσιο: η συνεργασία έλαβε χώρα σαν μέρος της σειράς "RECOMPOSED", της Deutsche Grammophon, στην οποία σύγχρονοι παραγωγοί αναλαμβάνουν την ανασκευή αποσπασμάτων από τον κατάλογο συμφωνικών ηχογραφήσεων της εταιρίας. Ο Carl Craig έχει καταφέρει να ολοκληρώσει στο παρελθόν δυο lp οριακής συμπύκνωσης του ήχου της αμερικάνικης techno ("Landcruising" και  το πανοραμικό "More songs about food and revolutionary art" στα μέσα της δεκαετίας '90). Ο δε Moritz αντιπροσωπεύει μάλλον το πιο συνεπές παράδειγμα καλλιτεχνικής συνέχειας και συνεκτικότητας, μέσα και έξω από τα όρια της techno, που εμφανίστηκε στην ηπειρωτική Ευρώπη από συστάσεως του είδους.  Ο Μoritz έχει σπουδές πάνω στο κλασικό πιάνο και δεκαετή εμπειρία σαν drummer του avant γερμανικού τρίο Palais Schaumburg, πολύ πριν την ίδρυση της Basic Channel. Ο δε Carl Craig ξεκίνησε να πειραματίζεται με ακουστικά όργανα (κιθάρα) ήδη από το 1994, διαδικασία που κορυφώθηκε μερικά χρόνια αργότερα στο "Programmed" lp και στα live που ακολούθησαν με την ολοκληρωμένη jazz της Innerzone Orchestra. 
    Η κίνησή τους να επιλέξουν  Ravel, "Bolero" και "Pictures at an Exhibition" του Mussorgsky κρίνεται εκ πρώτης όψης αψυχολόγητη. Από πότε η techno στρέφεται στο ποπ κλασικό ρεπερτόριο όταν έρχεται η στιγμή να αναγνωρίσει τις ιστορικές της αναφορές; Νομίζω πως η επιλογή των έργων δεν είναι τυχαία. Η γλυκερή επαναληπτικότητα στο "Bolero" είναι μέρος της εύκολης, οριενταλιστικής προσέγγισης του Ravel, όπως και οι ψευτο-υποβλητικές "Εικόνες μιας έκθεσης"  με τον φτηνό συναισθηματισμό του Mussorgsky.  Εάν σκεφτούμε όμως τους Cybotron θα δούμε πως η μαζοχικά ηδονική μετρονομία στο lp "Clear",  λουσμένη με οπερατικά synth-pads, έχει το ίδιο περίπου εφέ: στο τέλος του ίδιου αιώνα το μελαγχολικό hangover απλώνεται στο πλήρως αποβιομηχανοποιημένο Detroit, καθώς το μοντέλο των Ford/Taylor δίνει τη θέση του στον Alvin Toffler, τον Turing και την Κυβερνητική
Έτσι ήταν πάντοτε, οι Yellow Magic Orchestra έκαναν το ίδιο στη Ιαπωνία, και η αποδοχή του kitsch είναι μια κίνηση επίγνωσης. Ο Debussy ακουσμένος από τις μπαλινέζικες ορχήστρες gamelan στην διεθνή έκθεση του Παρισιού (γύρω στα 1900) είναι ένα σημείο εκκίνησης για τη σύχρονη μουσική από τον David Toop στον "Ωκεανό του Ήχου". Αλλά ο άξονας Βερολίνο-Ντιτρόιτ δεν μεγαλοπιάνεται με τόσο σοφιστικέ επιλογές. Αναγνωρίζει τον εαυτό του στα ρετάλια της ποπ κουλτούρας, προσφέροντας μια μετασκευή του εμπορικού ήχου, ένα house remix. Το παρόν remix είναι μια σύνοψη της ευγενούς ηχολογίας δυο υπέροχων μουσικών που βγαίνουν ανέπαφοι από την πρόκληση χωρίς να ενδίδουν στη σοβαροφάνια του εγχειρήματος. 
(Η εικόνα αντεγραμμένη από ένα προφίλ στο Flickr με ατμοσφαιρικά ασπρόμαυρα πλάνα του σημερινού Detroit).

WHAT IS HAPPENING?



If it was treason it was so well handled that it 
Became unimaginable. No, it was ambrosia
In the alley under the stars and not this undiagnosable
Turning, a shadow in the plant of all things

That makes us aware of certain moments,
That the end is not far off since it will occur
In the present and this is the present. 
No it was something not very subtle then and yet again

You've got to remember we don't see that much.
We see a portion of eaves dripping in the pastel book
And are aware that everything doesn't count equally - 
There is a dreaminess and infection in the sum

And since this too is of our everydays
It matters only to the one you are next to
This time, giving you a ride to the station.
It foretells itself, not the hiccup you both notice.

'The Absence of a Noble Presence', John Ashbery 1988

Wednesday 4 March 2009

MADLIB RULES OVER BRISTOL


" I'll tell you who else is really bad: DJ Spooky. He is so full of shit. I saw DJ Spooky at the Knitting Factory, and I tried to buy a beer to throw at him. You have someone like Madlib who is a fucking genius — a genius! [He's] a real true artist in what he does, when he takes American TV soundtracks and turns them into hip-hop. Then Spooky turns up and plays a couple shit European drum 'n' bass records. [...] The new album is less hip-hop if you listen to modern hip-hop, but Third is purely influenced by old hip-hop and metal drone group Sunn O))). For me, it's Public Enemy, Marley Marl, EPMD, Flying Lotus and Madlib. That is pure mad music, out-of-tuneness and noise. But people are worried about making money. I'm not; I just want to make a decent album that is heavy. [...] The distorted drum fills are me trying to be Madlib. "

O Geoff Barrow των Portishead αποθεώνει την νέα σκηνή του L.A.  (σε περσινή συνέντευξη στο διαδυκτιακό περιοδικό REMIX, το οποίο παρεπιπτόντως αναλύει την τεχνική διάσταση των σύγχρονων  παραγωγών (πέρα από την καλλιτεχνική), τις μεθόδους και τα όργανα που χρησιμοποιύνται, σ' ένα υπέροχο αρχείο διαφωτιστικών συνεντεύξεων).

REMEMBER?


"If it was 9:45, I'd think it was after midnight! / If today was tomorrow, you would be sitting over there."

GHOST HARDWARE


Sometimes you have to stick with the ancient ways

GHETTO BLASTER


"Well Ghetto Sci-Fi is everything that i do, it represents a ceratin way of creation that is mythical or Fictional to most in this age of digital prduction because i still use ancient black 360's (records) and a drummachine/sampler (MPC 2000 XL). But on the other hand it's also Scientific to those who don't know anything about making music and to those who know everything about music it..s cause most don't have patience for the way i create my music.But this album as a whole represents a sound direction that..s relflective of the "Ghetto Sound" really bass heavy and really forward thinking sounds this album represents Ras_G and the A.S.P. better than any release i've done so far..." 
Ο Ras-G από το L.A. μαγειρεύει το απόσταγμα τριών δεκαετιών αφροαμερικάνικου αναλογικού groove. O ήχος των Phuture σε αργές στροφές, το καμμένο studio του Lee Perry στην Jamaica, τα 'Computer Games' του George Clinton, οι κρότοι των Public Enemy και οι ορχήστρες moog του Sun Ra, όλες οι μεταμορφώσεις του swing, που φαίνεται να επανέρχονται τελευταία σε ολοένα και πιο συμπυκνωμένες μορφές σύγχρονης πολιτισμικής συνείδησης. 
Όλα αυτά ηχογραφημένα υπομονετικά με τις ίδιες εκείνες μηχανές και τις αξεπέραστες τεχνικές των προπατόρων. Αμήν.  


Tuesday 3 March 2009

MIKA VAINIO & LUCIO CAPECE : TRAHNIE (MEGO)


Ο  Mika Vainio παρουσιάζει μέσα από τις κυκλοφορίες του έναν ήχο τόσο συμπαγή και απόλυτο που η δύναμη κρούσης του αναγνωρίζεται δίπλα στις πιο ριζοσπαστικά δομημένες ακουστικές εμπειρίες που έχουν καταγραφεί. Δίπλα στην κραυγή του σαξοφώνου του Albert Ayler και στα έργα για σύνολα κρουστών του Ξενάκη. 
Στο παρόν project o Vainio αντιμετωπίζει έναν Ιταλό σαξοφωνίστα της free jazz (Lucio Capece) και το αποτέλεσμα είναι τόσο ώριμο και εποικοδομητικό, εκ μέρους και των δυο μουσικών, στοιχεία που δεν συναντάς συχνά στη πειραματική σκηνή. Έχει επενδυθεί σκέψη και προεργασία πάνω σ' αυτό το δίσκο καθώς και οι δυο τους προχωρούν ψηλαφιστά και διστακτικά. Η εκκωφαντική απελευθέρωση της σιωπής, η οποία αντιμετωπίζεται σαν ένα επιπλέον χρώμα, είναι μόνο μια από τις παρενέργειες. Ο Vainio παίζει με μια περιορισμένη παλέτα ήχων. Επιλέγει στατικές εκκενώσεις χαμηλής ισχύως και concrete ήχους χαλικιών που κροταλίζουν μέσα στο νερό για να υποστηρίξει ένα percussion αργό και διαβρωτικό, σαν τη τρέλα. Το σαξόφωνο συγκρατείται σε έναν τόνο κάθε φορά, σαν μια βιομηχανική μπουρού. Φτάνει τον παροξυσμό σε υπερηχητικά όρια,  και ανταποκρίνεται στα απεγνωσμένα σήματα που στέλνει ο Vainio, παράγοντας ένα τοπίο παύσεων και συγκοπών που καθηλώνουν. Σαν πόλεμος με σήματα μορς. 
Η σκωπτική διάθεση των δυο συνεργών αφομοιώνει τις πιο γελοίες διαστάσεις της ιστορικής πρωτοπορίας (του φουτουρισμού, του dada & της free jazz) και ξεσκεπάζει το βιομηχανικό περιβάλλον που τις γέννησε στην πραγματικότητα.  Η industrial σκηνή λειτουργεί σαν ιδανική πλατφόρμα για όλα αυτά καθώς περιστρέφεται γύρω από το διαχρονικό σοκ της μηχανής.
(Στη φωτογραφία το ιστορικό χρηματηστήριο του Άμστερνταμ).